- Μελετίου
- Μελέτιοςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Οσίου Μελέτιου, μονή — Γυναικείο μοναστήρι του νομού Αττικής, νοτιοανατολικά του Κιθαιρώνα, το οποίο εξαρτάται από τη Μητρόπολη Μεγάρων και Σαλαμίνος. Η ίδρυση του μοναστηριού ανάγεται στα τέλη του 11ου και στις αρχές του 12ου αι. Οι τοιχογραφίες του νάρθηκα είναι του… … Dictionary of Greek
Αλφαβηταλφάβητος — Ποίημα του λογίου του 18ου αι. Μελέτιου –και κατά πολλούς του Μελέτιου Γαλισιώτη, που έζησε τον 13o αι. Αποτελείται από 13.000 ανομοιοκατάληκτους στίχους διδακτικού και θεολογικού περιεχομένου. Ονομάζεται έτσι διότι έχει συνταχθεί με αλφαβητική… … Dictionary of Greek
Βενδότης, Γεώργιος — (Ζάκυνθος 1757 – Βιέννη 1795). Λόγιος. O Β. ή Βεντότης σπούδασε στην Ιταλία και παρέμεινε αρκετό διάστημα στη Βενετία, όπου εργάστηκε σε ελληνικό τυπογραφείο. Στο τυπογραφείο αυτό τύπωσε και μια μετάφρασή του από τα γαλλικά. Από τη Βενετία πήγε… … Dictionary of Greek
Minuscule 276 — New Testament manuscripts papyri • uncials • minuscules • lectionaries Minuscule 276 Text Gospels Date 1092 Script Greek … Wikipedia
Андрей (Нанакис) — Митрополит Андрей Μητροπολίτης Ανδρέας Митрополит Аркалохорийско Кастеллийский и Вианосский c 3 ноября 2001 Церковь … Википедия
Антракитис, Мефодиос — … Википедия
Οινόη — I Τοπωνύμιο της αρχαιότητας. 1. Δήμος της Ιπποθωοντίδας φυλής. Η ομώνυμη πόλη βρισκόταν στα σύνορα της Αττικής και της Βοιωτίας, ήταν οχυρωμένη με τείχη, και οι Αθηναίοι την χρησιμοποιούσαν ως φρούριο κάθε φορά που γινόταν πόλεμος. 2. Δήμος της… … Dictionary of Greek
Σινά — Χερσόνησος της Αιγύπτου, που βρίσκεται μεταξύ των κόλπων του Σουέζ και της Άκαμπα. Έχει έκταση 65 000 τ. χλμ. και στο μεγαλύτερο μέρος της είναι άνυδρη και άγονη. Ολόκληρο το νότιο τμήμα της αποτελείται από ένα κρυσταλλοπαγή ορεινό όγκο, που… … Dictionary of Greek
καφενείο — Κατάστημα στο οποίο προσφέρονται καφές, διάφορα αναψυκτικά και γλυκά, λειτουργώντας ταυτόχρονα ως χώρος συνάντησης και ψυχαγωγίας. Σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, πρόδρομος του σημερινού κ. ήταν το αρχαίο θερμοπώλιο, στο οποίο οι άνθρωποι… … Dictionary of Greek
μελετιανός — και μελιτιανός, ή, ό (Μ μελετιανός, ή, όν) [Μελέτιος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον σχισματικό επίσκοπο Λυκοπόλεως τής Αιγύπτου Μελέτιο ή Μελίτιο («μελετιανό σχίσμα») νεοελλ. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οι Μελετιανοί και Μελιτιανοί αυτοί που… … Dictionary of Greek